- ἡμίθεος
- ἡμῐθεος1 demigod, hero, of the Argonauts.
ἡμιθέοισιν Ἰάσονος αἰχματᾶο ναύταις P. 4.12
ἡμιθέοισιν πόθον ἔνῃαιεν Ἤρα P. 4.184
κεῖνος ἡμιθέων πλόος P. 4.211
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
ἡμιθέοισιν Ἰάσονος αἰχματᾶο ναύταις P. 4.12
ἡμιθέοισιν πόθον ἔνῃαιεν Ἤρα P. 4.184
κεῖνος ἡμιθέων πλόος P. 4.211
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
ἡμίθεος — demigod masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ημίθεος — Μυθολογικός όρος.Αυτός που ο ένας από τους γεννήτορές του είναι θεός και o άλλος θνητός. Έτσι ονομάζονταν στην ελληνική μυθολογία καθώς και στις μυθολογικές παραδόσεις άλλων λαών οι ήρωες που πραγματοποίησαν άθλους ανώτερους από το κοινό μέτρο,… … Dictionary of Greek
ημίθεος — ο 1. αυτός που σύμφωνα με την αρχαία μυθολογία είχε έναν από τους γονείς του θεό. 2. ο πολύ ένδοξος, πολύ σπουδαίος άντρας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἡμιθέοις — ἡμίθεος demigod masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἡμιθέοισι — ἡμίθεος demigod masc dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἡμιθέοισιν — ἡμίθεος demigod masc dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἡμιθέου — ἡμίθεος demigod masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἡμιθέους — ἡμίθεος demigod masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἡμιθέων — ἡμίθεος demigod masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἡμιθέῳ — ἡμίθεος demigod masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἡμίθεοι — ἡμίθεος demigod masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)